Δεν ήταν τα λίγοστα κέρματα από το άδειο μου πορτοφόλι που οδήγησαν τα βήματά μου στη στάση του λεωφορείου. Έφταναν αν μη τι άλλο για ένα ταξί. Ενστικτωδώς βρέθηκα εκεί. Από τις λιγοστές φορές που είχα χρόνο στη διάθεσή μου. Ή που ήθελα να «κατασκευάσω» περίσσευμα λεπτών. Ακύρωσα το εισιτήριο. Βολεύτηκα στη θέση. Η θέα θα με αποζημίωνε. Η συγκεκριμένη διαδρομή περνά από πολύ ωραίο σημείο της πόλης. Το είχα ανάγκη. Το μποτιλιάρισμα δεν το είχα προβλέψει. Ένας ανεύθυνος φορτηγατζής είχε κλείσει το δρόμο με το φορτηγό του και ανεζητείτο από τους αλαφιασμένους περαστικούς, παρά την επιμονή του καλέσματος της κόρνας του λεωφορείου.Είναι από τις στιγμές που αισθάνεσαι ότι κρατούν μια αιωνιότητα. Κι από τις στιγμές που εφευρίσκεις τρόπους για να περάσεις αυτά τα «αιώνια» λεπτά, που αρχίζεις την παρατήρηση. Ασημί ανταύγειες στη χοάνη του οχήματος. Αυτή ήταν η αίσθηση. Μα, τελικά σ’ αυτήν την πόλη μόνο οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας χρησιμοποιούν την αστική συγκοινωνία. Λαθραία τρύπωνα στις κουβέντες τους. Για τα φάρμακα, για τους γιατρούς, για τα εγγόνια και τα παιδιά τους. Κι ένα «εκεί που είσαι ήμουν» να τριγυρνάει σαν κουνούπι ηχηρό στις γωνίες του μυαλού μου.
Για την Τρίτη ηλικία ξεκίνησε αυτή η ανάρτηση.
Όμως, οι συνειρμοί έχουν περίεργο σινάφι. Κλειστό μερικές φορές, μονοπώλιο κανονικό. Ο δρόμος με έβγαλε στον παππού μου, δεν είχε συνέχεια, μονόδρομος που τον ακολούθησα χωρίς να το καταλάβω. Μια λέξη μόνο στο αφιέρωμα της αγαπημένης μου φίλης,Μαρίας Τζιρίτα, δυναμίτισε ολόκληρη πυριτιδαποθήκη μέσα μου.
Ίσως σας φανώ κουραστική. Είναι όμως από τις φορές που πραγματικά δεν μπορώ να ελέγξω, ούτε το χέρι ούτε τη μνήμη μου. Γιατί φτάνω σε κείνους. Που με μεγάλωσαν, που με ανέστησαν και τους ευγνωμονώ.
Ήμουν τυχερή. Γιατί τα χέρια μου γαντζώθηκαν στους ρόζους των χεριών τους.Εκείνου και εκείνης. Της γιαγιάς και του παππού.
Τραχιά τα χέρια του. Χτίστης ήταν. Τα ρούχα του γεμάτα χράτσια από τσιμέντο.Με έπαιρνε μαζί του στα μερεμέτια των γειτόνων. Σε μια μπλε πλαστική σακούλα τα εργαλεία, σε πάνινο δισάκι το κολατσιό και φύγαμε. Τον παρακολουθούσα να ακουμπά την τέχνη του σε τοιχάρια και σκαλάκια. Το μυστρί και το αλφάδι. Του τα έδινα τελετουργικά. Το βλέμμα μια στα μακριά ακροδάχτυλα του, μια στα εργαλεία.
Ίσως γι’ αυτό η αγάπη μου για τα κάθε είδους εργαλεία. Ίσως από κει η αγάπη για τις ανασκαφές.
Ήμουν τυχερή. Για όλους τους άλλους ήταν ο κυρ Χρήστος. Ο πανήψυλος πόντιος με τα καταγάλανα μάτια. Για μένα ήταν ο παππούς μου. Η λατρεία μου. Και τελικά, όπως μου είπε πρόσφατα, μια πολύ αγαπημένη φίλη, ο μέντοράς μου.
Είχαμε μάθει να σφραγίζουμε τις εποχές με το δικό μας τρόπο. Πάντα στο βουνό. Στο Φουντουκλή. Κι ας περπατούσαμε μέχρι το απογευματάκι. Εγώ κι εκείνος. Και τα μονοπάτια που γνώριζε καλά.
Καλοκαίρι. Αύγουστος. Θεριστές μοσχομυριστής ρίγανης. Την ξεραίναμε σε απλωμένα σεντόνια και τη φυλακίζαμε σε πολύτιμα βαζάκια μέχρι το επόμενο καλοκαίρι.
Φθινόπωρο. Με γαλότσες για μανιτάρια. Για εκείνα τα μεγάλα υπέροχα πορτοκαλί μανιτάρια που η γιαγιά τηγάνιζε κρατσανιστά στη μασίνα με τα ξύλα.
Άνοιξη. Μας περίμεναν οι Ανεμώνες. Τα άδεια χέρια να γεμίσουν, τα άδεια βάζα να γιορτάζουν και οι καρδιές να μοσχομυρίσουν.
Κάθε φορά η ίδια διαδρομή, η ίδια διαδικασία.
Έξι η ώρα το πρωί ήταν το ραντεβού μας, σχεδόν χαράματα. Το σακίδιο στον ώμο, τα χέρια κλειδωμένα. Πρώτη στάση στον «Κόντη», εκείνος μαλεμπί , εγώ ασουρέ. Για το δρόμο. Και μετά το μονοπάτι. Μέχρι τα δώδεκα το είχα μάθει απ’ έξω. Δεύτερη στάση στο πηγάδι με τη μεγάλη λεύκα που φύτεψε ο προπάππος μου. Ο προπάππος τη λέυκα κι ο παππούς τις ιστορίες. Διαδρομές ανθρώπων από τα παλιά, τις χάραζε στα αυλάκια του μυαλού μου, τις φύτευε στην διψασμένη γη μου, τις συνέδεε κρίκο κρίκο στην αλυσίδα της μνήμης μου. Κι εγώ τον θαύμαζα. Που ήξερε τόσο πολλά. Που μου μάθαινε άλλα τόσα. Κι όταν χανόμουν στις μπλε φουρτουνιασμένες θάλασσες των ματιών του ήξερα τη δύναμή μου. Ήξερα ότι μπορώ να τις γαληνέψω. Κι ας μην το είχα συνειδητοποιήσει τότε. Κοντά στη Λεύκα και τα χαλάσματα από το γκρεμισμένο σπίτι της γιαγιάς.Εκεί συναντούσα τους Βούλγαρους κατακτητές που έμειναν για αρκετό διάστημα στο σπίτι. Λίγο πιο πέρα κι ένα φυλάκιο με πολεμίστρες. Έμπαινα μέσα, μου άρεσε η μυρωδιά του παλιού, μου άρεσε το μισοσκόταδό του.
Άλλες εποχές τότε. Δε φοβόσουν να περπατήσεις στο βουνό. Καμία υποψία κινδύνου.
Καμία υπόνοια γκρίζου.
Στην αυλίτσα του σπιτιού, κι ας ήταν μες στην πόλη, είχε φυτέψει 15 δέντρα. Όλα οπωροφόρα. Η φλαμουριά μας ευωδιάζε όλο το καλοκαίρι. Το φλαμούρι μας σε σακουλάκια δινόταν στους γειτόνους. Η δάφνη, η μυγδαλιά, η καρυδιά, η ροδακινιά, η ροδιά, τα κεραμίδια όπου έριχνα σφεντόνα τις ευχές μου μαζί με τα πρώτα μου δοντάκια, ο κήπος με τα λαχανικά και το πεζουλάκι με τα καρότα… Το λεηλατούσαμε σε κάθε διάλειμμα, στην Πέμπτη και έκτη δημοτικού, για τον πορτοκαλί θησαυρό του, μιμούμενοι τον δάσκαλο που σε κάθε διάλειμμα ροκάνιζε προκλητικά ένα καρότο, καθαρισμένο μέσα στην τάξη, πριν χτυπήσει το κουδούνι. Εισβολή παίδων και κορασίδων και δος του η γιαγιά να χώνει βαθια στο χώμα τους σπόρους των καρότων. Εκεί, πλάι στο πεζουλάκι η αιώρα που εκείνος είχε φτιάξει. Βυθισμένη στο λίκνισμα της αγκαλιάς της τον έβλεπα να πλέκει υπομονετικά με ξερά φύλλα από καλαμπόκι τα καλάθια του. Εκεί, κάτω από το παράθυρο, απ’ όπου ξεγλίστραγαν οι νότες της γιαγιάς καθώς κεντούσε στη μηχανή της.
Όταν έλειπε το ήξερα. Θα γύρναγε με το λουκουμάκι από το καφενείο για μένα. Κι όταν κέρδιζε στο τάβλι ήξερα ότι θα είχε σοκολάτα. Εκείνος στον καναπέ κι εγώ στους ώμους του. Χάιδευα τα λιγοστά άσπρα του μαλλιά και μετρούσα τους ρόμβους στον πολυκαιρισμένο του σβέρκο. Μαζί του στα χαράματα ξυπνούσα για να ρουφήξω τον σπιτικό τραχανά το χειμώνα και να μοιραστώ τη ζεστασιά του μαγκαλιού. Τα χέρια μας συνομωτική τετράδα πάνω απ’ το μαγκάλι. Και τότε έρχονταν πάλι τα λόγια . Ποτέ συμβουλές. Πάντα έπαινοι. Και ζεστασιά. Και μεθυστική αγάπη.
Σφηνοειδής η γραφή του άφηνε τα εντυπώματά της στην λεία επιφάνεια της ψυχής μου. Ακόμη και τώρα, κάθε φορά που διατρέχω τις πρώτες μου ρυτίδες στη λεία εκείνη επιφάνεια γυρίζω. Κι ας μη πρόλαβε η παιδική ματιά μου να ενηλικιωθεί κοντά του. Κι ας μην είχα καταλάβει τότε τι σημαίνει περήφανος πόντιος και ποια βήματα τον οδήγησαν στην δική μου αγκαλιά. Κι ας μην πρόλαβα την τελευταία του αγκαλιά που με περίμενε ανοιχτή με κόπο. Κι ας μας πρόδωσε ο χωρισμός μας. Στις στιγμές τις πορφυρές από το βαθύ κόκκινο της ευτυχίας αλλά και στις άλλες, τις δύσκολες, τις αφυδατωμένες, πάντα το όνομά του ψελλίζω.
Δεν είχα σκοπό να γράψω σήμερα.
Για την Τρίτη ηλικία ξεκίνησε αυτή η ανάρτηση.
Όμως, οι συνειρμοί έχουν περίεργο σινάφι. Κλειστό μερικές φορές, μονοπώλιο κανονικό. Ο δρόμος με έβγαλε στον παππού μου, δεν είχε συνέχεια, μονόδρομος που τον ακολούθησα χωρίς να το καταλάβω. Μια λέξη μόνο στο αφιέρωμα της αγαπημένης μου φίλης,Μαρίας Τζιρίτα, δυναμίτισε ολόκληρη πυριτιδαποθήκη μέσα μου.
Ίσως σας φανώ κουραστική. Είναι όμως από τις φορές που πραγματικά δεν μπορώ να ελέγξω, ούτε το χέρι ούτε τη μνήμη μου. Γιατί φτάνω σε κείνους. Που με μεγάλωσαν, που με ανέστησαν και τους ευγνωμονώ.
Ήμουν τυχερή. Γιατί τα χέρια μου γαντζώθηκαν στους ρόζους των χεριών τους.Εκείνου και εκείνης. Της γιαγιάς και του παππού.
Τραχιά τα χέρια του. Χτίστης ήταν. Τα ρούχα του γεμάτα χράτσια από τσιμέντο.Με έπαιρνε μαζί του στα μερεμέτια των γειτόνων. Σε μια μπλε πλαστική σακούλα τα εργαλεία, σε πάνινο δισάκι το κολατσιό και φύγαμε. Τον παρακολουθούσα να ακουμπά την τέχνη του σε τοιχάρια και σκαλάκια. Το μυστρί και το αλφάδι. Του τα έδινα τελετουργικά. Το βλέμμα μια στα μακριά ακροδάχτυλα του, μια στα εργαλεία.
Ίσως γι’ αυτό η αγάπη μου για τα κάθε είδους εργαλεία. Ίσως από κει η αγάπη για τις ανασκαφές.
Ήμουν τυχερή. Για όλους τους άλλους ήταν ο κυρ Χρήστος. Ο πανήψυλος πόντιος με τα καταγάλανα μάτια. Για μένα ήταν ο παππούς μου. Η λατρεία μου. Και τελικά, όπως μου είπε πρόσφατα, μια πολύ αγαπημένη φίλη, ο μέντοράς μου.
Είχαμε μάθει να σφραγίζουμε τις εποχές με το δικό μας τρόπο. Πάντα στο βουνό. Στο Φουντουκλή. Κι ας περπατούσαμε μέχρι το απογευματάκι. Εγώ κι εκείνος. Και τα μονοπάτια που γνώριζε καλά.
Καλοκαίρι. Αύγουστος. Θεριστές μοσχομυριστής ρίγανης. Την ξεραίναμε σε απλωμένα σεντόνια και τη φυλακίζαμε σε πολύτιμα βαζάκια μέχρι το επόμενο καλοκαίρι.
Φθινόπωρο. Με γαλότσες για μανιτάρια. Για εκείνα τα μεγάλα υπέροχα πορτοκαλί μανιτάρια που η γιαγιά τηγάνιζε κρατσανιστά στη μασίνα με τα ξύλα.
Άνοιξη. Μας περίμεναν οι Ανεμώνες. Τα άδεια χέρια να γεμίσουν, τα άδεια βάζα να γιορτάζουν και οι καρδιές να μοσχομυρίσουν.
Κάθε φορά η ίδια διαδρομή, η ίδια διαδικασία.
Έξι η ώρα το πρωί ήταν το ραντεβού μας, σχεδόν χαράματα. Το σακίδιο στον ώμο, τα χέρια κλειδωμένα. Πρώτη στάση στον «Κόντη», εκείνος μαλεμπί , εγώ ασουρέ. Για το δρόμο. Και μετά το μονοπάτι. Μέχρι τα δώδεκα το είχα μάθει απ’ έξω. Δεύτερη στάση στο πηγάδι με τη μεγάλη λεύκα που φύτεψε ο προπάππος μου. Ο προπάππος τη λέυκα κι ο παππούς τις ιστορίες. Διαδρομές ανθρώπων από τα παλιά, τις χάραζε στα αυλάκια του μυαλού μου, τις φύτευε στην διψασμένη γη μου, τις συνέδεε κρίκο κρίκο στην αλυσίδα της μνήμης μου. Κι εγώ τον θαύμαζα. Που ήξερε τόσο πολλά. Που μου μάθαινε άλλα τόσα. Κι όταν χανόμουν στις μπλε φουρτουνιασμένες θάλασσες των ματιών του ήξερα τη δύναμή μου. Ήξερα ότι μπορώ να τις γαληνέψω. Κι ας μην το είχα συνειδητοποιήσει τότε. Κοντά στη Λεύκα και τα χαλάσματα από το γκρεμισμένο σπίτι της γιαγιάς.Εκεί συναντούσα τους Βούλγαρους κατακτητές που έμειναν για αρκετό διάστημα στο σπίτι. Λίγο πιο πέρα κι ένα φυλάκιο με πολεμίστρες. Έμπαινα μέσα, μου άρεσε η μυρωδιά του παλιού, μου άρεσε το μισοσκόταδό του.
Άλλες εποχές τότε. Δε φοβόσουν να περπατήσεις στο βουνό. Καμία υποψία κινδύνου.
Καμία υπόνοια γκρίζου.
Στην αυλίτσα του σπιτιού, κι ας ήταν μες στην πόλη, είχε φυτέψει 15 δέντρα. Όλα οπωροφόρα. Η φλαμουριά μας ευωδιάζε όλο το καλοκαίρι. Το φλαμούρι μας σε σακουλάκια δινόταν στους γειτόνους. Η δάφνη, η μυγδαλιά, η καρυδιά, η ροδακινιά, η ροδιά, τα κεραμίδια όπου έριχνα σφεντόνα τις ευχές μου μαζί με τα πρώτα μου δοντάκια, ο κήπος με τα λαχανικά και το πεζουλάκι με τα καρότα… Το λεηλατούσαμε σε κάθε διάλειμμα, στην Πέμπτη και έκτη δημοτικού, για τον πορτοκαλί θησαυρό του, μιμούμενοι τον δάσκαλο που σε κάθε διάλειμμα ροκάνιζε προκλητικά ένα καρότο, καθαρισμένο μέσα στην τάξη, πριν χτυπήσει το κουδούνι. Εισβολή παίδων και κορασίδων και δος του η γιαγιά να χώνει βαθια στο χώμα τους σπόρους των καρότων. Εκεί, πλάι στο πεζουλάκι η αιώρα που εκείνος είχε φτιάξει. Βυθισμένη στο λίκνισμα της αγκαλιάς της τον έβλεπα να πλέκει υπομονετικά με ξερά φύλλα από καλαμπόκι τα καλάθια του. Εκεί, κάτω από το παράθυρο, απ’ όπου ξεγλίστραγαν οι νότες της γιαγιάς καθώς κεντούσε στη μηχανή της.
Όταν έλειπε το ήξερα. Θα γύρναγε με το λουκουμάκι από το καφενείο για μένα. Κι όταν κέρδιζε στο τάβλι ήξερα ότι θα είχε σοκολάτα. Εκείνος στον καναπέ κι εγώ στους ώμους του. Χάιδευα τα λιγοστά άσπρα του μαλλιά και μετρούσα τους ρόμβους στον πολυκαιρισμένο του σβέρκο. Μαζί του στα χαράματα ξυπνούσα για να ρουφήξω τον σπιτικό τραχανά το χειμώνα και να μοιραστώ τη ζεστασιά του μαγκαλιού. Τα χέρια μας συνομωτική τετράδα πάνω απ’ το μαγκάλι. Και τότε έρχονταν πάλι τα λόγια . Ποτέ συμβουλές. Πάντα έπαινοι. Και ζεστασιά. Και μεθυστική αγάπη.
Σφηνοειδής η γραφή του άφηνε τα εντυπώματά της στην λεία επιφάνεια της ψυχής μου. Ακόμη και τώρα, κάθε φορά που διατρέχω τις πρώτες μου ρυτίδες στη λεία εκείνη επιφάνεια γυρίζω. Κι ας μη πρόλαβε η παιδική ματιά μου να ενηλικιωθεί κοντά του. Κι ας μην είχα καταλάβει τότε τι σημαίνει περήφανος πόντιος και ποια βήματα τον οδήγησαν στην δική μου αγκαλιά. Κι ας μην πρόλαβα την τελευταία του αγκαλιά που με περίμενε ανοιχτή με κόπο. Κι ας μας πρόδωσε ο χωρισμός μας. Στις στιγμές τις πορφυρές από το βαθύ κόκκινο της ευτυχίας αλλά και στις άλλες, τις δύσκολες, τις αφυδατωμένες, πάντα το όνομά του ψελλίζω.
Δεν είχα σκοπό να γράψω σήμερα.
Η ανάρτηση της Μαρίας Τζιρίτα για την Τρίτη ηλικία μου τον έφερε τόσο κοντά, μα τόσο κοντά, να σε απόσταση αναπνοής τον άκουγα να με φωνάζει όπως τότε που παίζαμε με την ηχώ μας στο πηγάδι: ούου!
Και για μια ακόμη φορά αισθάνομαι τυχερή. Που μεγάλωσα με την γιαγιά και τον παππού. Και συνειδητοποιώ πόσο καθόλου ξεχασμένη δεν είναι η γεύση τους. Πόσο παραπλανητικά μου την έχει κλέψει μια παράλογη κεκτημένη ταχύτητα. Και μια ενηλικίωση που έχει πια παγιωθεί και δε μου αφήνει περιθώρια να παιδιαρίσω, γιατί έχω το δικό μου παιδί. Κι όμως. Μου λείπει τόσο πολύ εκείνη η ώρα που η γιαγιά μου χτένιζε τα μαλλιά και μου τα στόλιζε με κοκαλάκια. Που ο άλλος μου ο παππούς μετά την ιεροτελεστία της φέτας του ψωμιού με το λάδι και τη ρίγανη μου μάθαινε το «πιστεύω», και εκείνη η γλυκιά, αχ πόσο γλυκιά εισβολή της γιαγιάς μου στο φοιτητικό μου καταφύγιο με τη λεκάνη το ζεστό νερό για να με χαλαρώσει από το διάβασμα και τις ευωδιές από τα μαγειρευτά της στην κουζίνα. Αυτό το αλλαζονικά εγωιστικό σύνδρομο προστασίας που εκδηλώνεται αυτόματα με την παρουσία της γιαγιάς και του παππού. Και που τόσο πολύ τελικά το καταπιέζουμε ορισμένες φορές, γιατί ναι, είμαστε πια μεγάλα παιδιά! Μεγάλα και παιδιά. Τόσο παράλογα. Τόσο λογικά!
46 σχόλια:
Ιφιγένεια, Αθηνά μου,
την έχασα τρεις φορές αυτήν την ανάρτηση,παλεύω εδώ και ώρες να σώσω τα χαμένα...
Στενοχωρήθηκα πολύ που χάθηκαν τα όσα μου γράψατε!
Πραγματικά πολύ!
Eγω ομως τα ειδα τα σχολια και της Ιφιγενειας και της Αθηνουλας.
Σου αφησα σχολιο στην παρακατω αναρτηση με τα τραγουδια,
αλλα ουτε που το ειδες μες την παραζαλη της προσπαθειας σου με τουτη την αναρτηση.
Filia polla.
Ειπα να παω για υπνο αλλα με κερδισε η γραφη σου.
Τι ομορφο ομπρελιτσα μου...τι τρυφερο...πως φαινεται απο την περιγραφη σου οτι ολα αυτα τα εζησε η ψυχη σου στο βάθος της!
Αξιοι αυτοι οι παππουδες κι οι γιαγιαδες.Ανεκτιμητοι ανθρωποι.
Γραφεις υπεροχα κοριτσι μου!
τα φιλια και την καληνυχτα μου.
(μου λειπεις πολυ κι εσυ κι η μαμα αλλα καταλαβαινω)
Το ρούφηξα αχόρταγα... Τα λόγια σου σκάλισαν και δικές μου μνήμες... Με συγκίνησε βαθειά.
Φαρόνα μου, στενοχωρήθηκα τόσο πολύ που δεν μπόρεσα να τα σώσω...
Το είδα μόλις αυτό που έγραψες, παιδευόμουν με την ανάρτηση φάντασμα όλο το βράδυ χθες!
Εσύ και πάλι ξέρεις κάτι παραπάνω. Τα έχουμε πει. Άλλωστε δική σου η κουβέντα για εκείνον.
Σ' ευχαριστώ που καταλαβαίνεις.
Σ' ευχαριστώ που είσαι πάντα εδώ.
Κι εμένα μου λείπεις, αλλά κάτι μου λέει ότι ο δικός μου αποκλεισμός πνέει τα λοίσθια...
Και τα δικά μου φιλιά καλή μου!
Μαριέλα μου,
αγόραζες κι εσύ μαλεμπί και ασουρέ από τον Κόντη;
Ανέβαινες κι εσύ στο ΦΟυντουκλή και στο Σταυρό;
Είμαι σίγουρη ότι όταν βρεθούμε από κοντά θα έχουμε να σκαλίσουμε κι άλλες μνήμες.
Σε ευχαριστώ που πέρασες...
Τα φιλιά μου και ευχές για όμορφο σ-κ.
Καταπληκτικη η αναρτηση αυτη ομπρελιτσα μου. Και πολυ ομορφες οι μνημες που μας μετεφερες εδω.
Εγω ημουν αγεννητος οταν εφυγαν οι παππουδες μου, ταλαιπωρημενοι απο την ζωη της προσφυγιας.
Ομως ειχα την τυχη να ζησουν και οι δυο γιαγιαδες μου μεχρι σχετικα προσφατα. Αρα εχω και εγω την ευτυχια να εχω καποιες ανεξιτηλες μνημες, παρολο που δεν εχω τοσο ομορφες εικονες της φυσης οπως αυτες που μας περιεγραψες.
Τα μαλεμπι και ασουρε τι ακριβως ειναι;
Καλο ΣΚ!
:)
Ομπρελιτσα μου τι κανεις;
Πόσο σε νοιωθω...Δεν ξερω βρε παιδί μου, αλλά η αγκαλια της γιαγιάς, η ζεστασια της, αυτη η ηρεμια της...ποσο μου εχουν λειψει...Ειναι πολλα τα χρονια που τους εχω "χασει", όμως ποτε δεν μπορω να τους "χάσω" απο τη μνήμη μου...
Ο παπούς, κηπουρος στο επάγγελμα, με είχε μάθει να αγαπω τα τριαντάφυλλα.
Έτσι λένε και την κορη μου Τριανταφυλλια.
Τα φιλιά μου:)
Τι να πω και να μην φανει υπερβολικο. Τιποτα δε λεω, θα νομιζεις οτι σε καλοπιανω.
Ζηλεψα και με ελιωσες....θελω να παω σπιτι μου.....στο παλιο....στην Αρναια....με τα ξυλινα πατωματα και την κουνια του παππου. Εισαι απιστευτη!!!
xxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxx
Αντώνη μου,
δεν είναι γλυκιά η μυρωδιά της νοσταλγίας;
Και μερικές μνήμες τελικά είναι καλό να τις αφήνουμε να έρθουν στην επιφάνεια. Κι όσο κι αν σου φανεί αστείο (αν και για σένα ισχύει το coming soon)μου έρχεται στο νου μια ατάκα από την ταινία της Disney "ο βασιλιάς των λιονταριών" όπου ο μπαμπάς λιοντάρης από τον ουρανό ψηλά λέει στο γιο κάτω στη γη: "θυμίσου ποιος είσαι". Ναι, μας θυμίζουν μερικές φορές ποιοι είμαστε, γιατί κάποτε το ξεχνάμε.
Και ξέρεις κάτι, δεν έχει να κάνει με τις εικόνες φύσης αυτή η αίσθηση. Είμαι σίγουρη ότι αν καθόμασταν παρέα αυτή τη στιγμή θα είχες να μου πεις πολλά πολλά για τις δυο σου γιαγιάδες. Κάπως έτσι, όπως εσύ δε γνώρισες τους παππούδες, έχασα κι εγώ τη γεύση της γιαγιάς από τη μάνα μου, που λένε ότι της μοιάζω πολύ. Η γιαγιά με τα καρότα και τη μηχανή που αναφέρω ήταν η δεύτερη γυναίκα του παππού μου, δεν έκανε παιδιά μαζί της, όμως μου δώσανε το όνομά της.
Με αυτές τις ερωτήσεις σου τρελαίνομαι, γίνονται με τόση αφοπλιστική και παιδική ειλικρίνεια, που πραγματικά τις περιμένω με ανυπομονησία. Νομίζω ότι θα χαλάσει η μαγιά αν στο τέλος δε ρωτήσεις κάτι.
Λοιπόν, το μαλεμπί(υπόλευκο προς κιτρινωπό) και το ασουρέ (λευκό) είναι πολίτικα κρεμώδη γλυκά που τα έκανε μονάχα ένας στην πόλη μας, ο Κόντης,διατηρούσε κάτι σαν περίπτερο-ζαχαροπλαστείο στη διασταύρωση ανεβαίνοντας προς το βουνό. Πεντανόστιμα πραγματικά, σαν να τον βλέπω ακόμα και τώρα να τα βγάζει από το ψυγείο και να τα ραντίζει με τα σιρόπια τους, το σιρόπι του ασουρέ ήταν η αδυναμία μου. Από τότε έχω να το γευτώ.
Να, ορίστε θέμα ανάρτησης: πού μπορεί να βρει κανείς μαλεμπί και ασουρέ.
Να είσαι καλά Αντώνη, χάρηκα που ήρθες. Και σε σένα εύχομαι καλό σ-κ.
Ομπρελιτσα, ευχαριστω για τις καλες σου κουβεντες. Ειδικα το σημερινο με την αφοπλιστικη ειλικρινεια ηταν παρα πολυ κοντα στην αληθεια μου. (Και φυσικα και το παιδικο, αλλά αυτο δεν το παραδεχομαι χααχαχα)
Οσο για τις ερωτησεις καταλαβα οτι θα ηταν γλυκα (απο ενστικτο) αλλά δεν τα ειχα ξανακουσει.
Ερχομαι παντα και διαβαζω ομπρελιτσα. Δεν αφηνω παντα σχολια, γιατι καποιες φορες νιωθω αδυναμια να σχολιασω. Ειναι τοσο ωραιες οι αναρτησεις που δεν θελω να τις χαλασω με καποιο σχολιο μου.
Και κεινο το παιχνιδι με τα τραγουδια δεν το εχω ξεχασει, απλα με βασανιζει ακομα να βρω ποια θα βαλω.
:)
Παλμέ μου,
μια χαρά είμαι, ξανά εδώ μετά από καιρό και νιώθω όμορφα που σας βρίσκω.
Είναι ωραίο να μοιράζεσαι, υπέροχο να το αισθάνεσαι ότι κάποιος ακόμη κάπου αλλού νιώθει παρόμοια. Και φαίνεται παλμέ μου, ότι νιώθεις έτσι. Τα εισαγωγικά σου είναι πολύ ηχηρά.Τι υπέροχο το επάγγελμα του παππού σου. Φαντάζομαι ότι έμαθες πολλά δίπλα του.Όταν ανακατεύεις το χώμα με τα χέρια σου, όταν σπέρνεις και ανυπομονείς να δεις το βλαστάρι να ξεγλιστράει από τη γη αποκαλυπτικά, όταν ανασαίνεις μυρωδιά τριαντάφυλλου, τότε κερδίζεις τη φινέτσα της ζωής.
Ο Ελύτης λέει: "δεν έχει ακόμα βρεθεί ο Μαγγελάνος ενός τριαντάφυλλου". Όμως σίγουρα έχουν υπάρξει μαικήνες του, το όνομά της κόρης σου τόσο ωραία συνδεδεμένο με την διπλή αγάπη σου, του παππού και του παιδιού σου. Του χθες και του αύριο.
Να είσαι καλά παλμέ μου, μετά τη σημερινή σου επίσκεψη νιώθω την ανάγκη να τα λέμε συχνότερα.
Τα φιλιά μου και καλό σ-κ.
Μειλ.
Αντώνη,
γι' αυτό σε εκτιμώ και ελπίζω να το έχεις καταλάβει.
Για την ειλικρίνεια, την διακριτικότητα και την ευγένειά σου. Και για την παιδική σου ματιά που δεν την έχει θολώσει κανένας δαίμονας της σύγχρονης τρέλας.
Διαβάζω όμως παρακάτω αυτά που γράφεις και θα σε μαλώσω σα παιδί.
Να χαλάσεις με τα σχόλιά σου;
Τι θα πει τούτο φίλε μου;
Ίσα, ίσα, το αντίθετο. Τιμή μου να έρχεσαι και να μου αφήνεις τις κουβέντες σου. Πολλές φορές μάλιστα, ίσως να μην το έχεις καταλάβει,αλλά χρειάζομαι καθαρές ματιές σαν τη δική σου.Συμπέρασμα: μάλλον τις ομορφαίνεις τις αναρτήσεις, γιατί χωρίς την ποικιλία μοιάζουν μονότονες.
Μη νομίζεις, κι εγώ έτυχε να αισθανθώ σαν ούφο σε ανάρτησή σου για πολιτικό θέμα για το οποίο ενημερωνόμουν μέσω εσού, ή σε ποδοσφαιρικό σου θέμα, χι,χι! Όμως, πραγματικά, ακόμα κι όταν η άποψή μου δεν μπορεί να στηριχτεί στα δικά σου θέματα, θέλω να την καταθέσω και αν θέλεις να την ενισχύσω μέσα από τις δικές σας κουβέντες. Και θυμάμαι και κάτι άλλο,βρε Αντώνη, το είχες πει, ότι εισαι τύπος που σε μία παρέα σου αρέσει περισσότερο να ακούς, παρά να μιλάς. Θεωρώ λοιπόν ότι είσαι παρεάκι, κι ας μη μιλάς πάντα. Να μιλάς όποτε εσύ το αισθάνεσαι, γι' αυτό είμαστε εδώ, για να είμαστε χαλαρά, βλέπεις, πάλι δικά σου λόγια χρησιμοποιώ. Και ξέρεις και κάτι ακόμη;
Μερικές φορές, το είπα κάπου στην κουβεντούλα στην προηγούμενη ανάρτηση, δε χρειάζεται να αποδεικνύεις πράγματα. Αρκεί που για σένα ισχύει η δική σου αλήθεια και την ξέρεις.
Και φίλος για μένα είναι αυτός με τον οποίο μπορώ να είμαι εκατό τοις εκατό ο εαυτός μου και εκείνος το ίδιο.
Όπως και να χει, σ' ευχαριστώ πολύ που είσαι φίλος μου, σ' ευχαριστώ για τα ζεστά σου λόγια.
Να είσαι καλά και συ και η οικογένειά σου.
(Πόσα γραμμάρια ζυγίζει το σποράκι τώρα;)
Μια απαντηση και ενα σχολια
Το μωρακι ειναι 400 γρ., αν θυμαμαι καλα.
-Προλογος στο σχολιο:
Αυτο το εχω σκεφτει πολλες φορες, εχω αυτολογοκριθει άλλες τοσες, αλλά τωρα θα το γραψω. Φιλικά παντα, το διευκρινιζω. Οχι σε σενα ομπρελιτσα, αλλά διαβαζουν και άλλοι και μπορει να παρεξηγηθει.
(σορρυ για την λεξη, δεν βρισκω άλλη)
Και το σχολιο ειναι:
-Π*υτανα αποσταση!!!
Και συ να 'σαι καλα ομπρελιτσα. Να χαιρεσαι και να σε χαιρονται οσους αγαπας και σε αγαπουν.
:)
Thanks για το σεντονι πριν.
Αντώνη,
χα,χα,χα....
χωρίς αυτολογοκρισία, και χρησιμοποιώντας τον πρόλογό στο σχόλιό σου,
ανταποδίδω...
Και σένα να σε χαίρονται και να τους χαίρεσαι, Αντώνη. Να προσέχεις τον εαυτό σου,γιατί θα γίνεις και μπαμπάς τώρα και μεγαλώνουν οι ευθύνες (γλυκές όμως, το' παμε!)
400 γραμμάρια,
σούπερ!
Dee Deeka μου,
πάλι καλά που καταφέρνω να σου απαντήσω.
Μετά τις χθεσινές αναρτήσεις φαντάσματα μόλις πήγα να σου γράψω δε λειτουργούσε το πληκτρολόγιο.
Αλλά εγώ εδώ, ακάθεκτη, είμαι πεισματάρα το ξέρεις.
Να μην πω κι εγώ, γιατί θα νομίσεις ότι κι εγώ σε καλοπιάνω, και στο τέλος θα θεωρηθεί εσωτερική παραγωγή!
Κι επειδή όπλα δε διαθέτουμε, σου βάζω στυλό στον κρόταφο: λέγε πότε θα βρεθούμε να μου πεις για τον παππού και το ξύλινο πάτωμα!
Ψοφάω για ιστορίες!
Ή μήπως κι αυτό θα το κάνουμε στον Κεχρόκαμπο;
Τι θα πρωτοκάνουμε εκεί μου λες;
Θα μαζέψουμε κάστανα, θα βγάλουμε φωτογραφίες, θα συν-ζητήσουμε, θα χορέψουμε λάτιν,ή θα πλέξουμε; Τι στο καλό θα πρωτοκάνουμε;ε;ε;
Άντε, γιατί θα επαναλάβω το τελευταίο σχόλιο του Αντώνη για ακόμη μια φορά...
Θέλω κι εγώ πράσινες κάλτσεςςςςςς!!!!!
xxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxx
Φαραόνα μου,
τα κατάφερα!!!!!
Xε χε!!!
Αμ τι νομιζε στο χερι του ηταν?
φιλι
Καλησπέρα, Κόκκινη ομπρελίτσα μου!
Τι γλυκιά που είσαι!Με πόση αγάπη, πόσο σεβασμό,πόση τρυφερότητα απλώνεις στα μάτια μας, ό,τι έχεις μέσα στην ψυχή σου, για τις πιο αγαπημένες μορφές των παιδικών σου χρόνων!Ένα μνημόσυνο γι' αυτούς είναι τα τρυφερά σου λόγια.Η αύρα της παρουσίας τους πάντα ζωντανή στην ψυχή σου.Η εικόνα, τα λόγια τους, οι συμβουλές τους, τα παραμύθια τους χαραγμάνα ανεξίτηλα στα δρομάκια του μυαλού μας.Κάπως έτσι άρχιζαν:
Ελάτε εδώ εγγονάκια μου,
λέει η γιαγιάκα
κι όλοι τρέξαμε κοντά
γύρω εκεί στη θράκα.
Ω, χρόνια των παραμυθιών, αθώα ωραία χρόνια.
Έξω το χιόνι αναγελά στην άγρια ανεμοζάλη
κι εδώ στα μισοσκότεινα, τριγύρω στο μαγκάλι
που κρύβει ανάρια χόβολη κι ονείρατα ανασταίνει,
άλλο ἀπ' τα εγγόνια πρόσχαρο τα χέρια του ζεσταίνει
κι άλλο στέκεται παρ' εκεί
κι όλα με μια ψυχή, με μια καρδιά,
κοιτούν στα μάτια τη γιαγιά, που αρχίζει παραμύθι.
Έτσι άρχιζαν τα ωραία μαγευτικά ταξίδια μας στη χώρα του παραμυθιού και του ονείρου...εκεί που ανατρέπονται οι νόμοι της φύσης, εκεί που γίνονται θαύματα, εκεί που όλα έχουν άλλα χρώματα, τα χρώματα του ονείρου...
Το πιο ωραίο παραμύθι
που μου μάγεψε το νου,
που τα κάλλη μου 'χει δείξει
γης,πελάγου κι ουρανού.
Δεν το βρήκα σε βιβλία,
δε μου το'πανε χαρτιά
Σιγανά μου το διηγήθει
κάποιο αχνόβραδο η γιαγιά.
Κι όλα από το βράδυ εκείνο,
για μένα αλλάξαν ξαφνικά
κι έγιναν παραμυθένια,
όμορφα, μαγευτικά.
Κάτι σαν από φεγγάρι
κι από σύννεφο ξανθό,
από ροδαυγή τ' Απρίλη
κι από γαλανό βυθό.
Τόσο που ως κι αυτή η γιαγιά μου
χάθηκε έτσι ξαφνικά
λες κι απλώσαν και την πήραν
κάποια χέρια μαγικά.
Χάθηκε σαν το φεγγάρι
σαν το σύννεφο τ'αχνό
κι είναι πια σαν παραμύθι
που ποτέ δε λησμονώ.
Πολλά πολλά φιλάκια
'Οτι πιο συγκλονιστικά υπέροχο έχω διαβάσει το τελευταίο καιρό. 'Ενα σύνολο πραγμάτων έχουν κάνει την αφήγησή σου να στοχεύει κατ'ευθείαν στη καρδιά και στη μνήμη. Είναι ο τρόπος που αφηγείσαι δημιουργώντας εικόνες, συναισθήματα, γεύσεις, μυρουδιές. Είναι το θέμα "γιαγιά και παπούς" που και μόνο η προφορά των λέξεων ηρεμεί, γαληνεύει, κάνει το μυαλό να φεύγει, να ταξιδεύει στο χρόνο, να νοσταλγεί. Θυμάμαι με λατρεία και θαυμασμό τον παπού μου από τη μερία του πατέρα μου. Κάποια στιγμή θα ήθελα να γράψω γι αυτόν.Μετά την ανάρτησή σου η επιθυμία μου έγινε ακόμη πιο έντονη.
Συγχαρητήρια Ομπρελίτσα μου γι αυτήν την υπέροχη ανάρτηση!
Ομπρελίτσα μου, ξύπνησες τόσες μνήμες μέσα μου... πόσες φορές έχω πει μακάρι να ζούσε τώρα, πόσα πράγματα ασήμαντα μου τον θυμίζουν καθημερινά.
Τόσο όμορφη ανάρτηση, τόσο όμορφα και συγκινητικά λόγια.
Καλά έκανες και έβαλες το μάτι ψηλά δεξιά...πολύ καλά έκανες!!!
Το πόσα φιλιά σου στέλνω να μην στο πω ε;!!!
Καλησπέρα
Κοιτα τα Mail σου
Η όμορφη ανάρτηση σου τιμά όλες εμάς που μπαίνουμε στο πρώτο σκαλοπάτι της τρίτης ηλικείας, εμάς που πήραμε εγγόνι στα χέρια μας λεχούδι να το μεγαλώσουμε .Εμάς που ξαναθυμηθήκαμε πως είναι να ξαγρυπνάς ξανά για ένα μωρό με περισσότερη ευθύνη γιατί δεν είναι ακριβώς δικό μας καιπρέπει να δίνουμε λόγο.Όταν την σφίγκω στην αγκαλιά μου νοιώθω να λιώνω όπως δεν έλιωσα για το παιδί μου γιατί τότε το ένοιωθα σαν παιχνίδι, σαν κούκλα ..!Βλέπω τον άνδρα μου που παίζει με τον εγγονό του και ξέρω οτι αισθάνεται το ίδιο.Δεν ζητάμε ανταπόδωση ,θέλουμε μόνο αυτό που έκανες αυτή τη στιγμή..όταν θα έχουμε φύγει πιά ... να υπάρχει κάποιος που θα πει : η γιαγιά μου εκείνο έκαμνε..ο παππούς μου εκείνο μου έδινε...να μείνουμε στη μνήμη τους σαν γλυκό, ακριβό όνειρο.
Και δικές μου μνήμες …..,άλλωστε ο νερόμυλος είναι γεμάτος τέτοιες μνήμες. Δεν μπορώ να κάνω δίχως αυτές ούτε ‘γω. “….Κάθε φορά η ίδια διαδρομή, η ίδια διαδικασία….”
Καλή σου μέρα ομπρελίνα.
Λία μου,
αυτά που έγραψα είναι μόνο ένα πολύ μικρό απ' όσα θα μπορούσα να πω για εκείνους, για εκείνους. Είμαι τόσο γεμάτη από την παρουσία τους, σε κάθε μου βήμα...
Πόσο ξεχωριστά γράφεις Λία μου,
πάντα είσαι μια ευχάριστη έκπληξη για μένα, μητρικό το άγγιγμά σου, και σ' ευχαριστώ.
Από τα υπέροχα λόγια σου κρατώ αυτό γλυκοχαμογελώντας αυτό:
"Έξω το χιόνι αναγελά στην άγρια ανεμοζάλη
κι εδώ στα μισοσκότεινα, τριγύρω στο μαγκάλι
που κρύβει ανάρια χόβολη κι ονείρατα ανασταίνει"
Και τα δικά μου φιλιά από την άλλη άκρη της Ελλάδας!
Ανασαιμιά του,
όταν κάτι συνεχίζει να είναι τόσο ζωντανό μέσα σου, αν είναι ο δικός σου προσωπικός παράδεισος του οποίου η πόρτα είναι ανοιχτή όποτε το θελήσεις, τότε είναι πιο εύκολο να μεταφερθούν οι μυρωδιές, οι εικόνες, οι ήχοι... Όλοι έχουμε μνήμες από τον δικό μας παράδεισο, δεν έχουν εξαφανιστεί τα φασολάκια που ρίχναμε ένα ένα στη διαδρομή για να γυρίσουμε πίσω. Αρκεί κάποτε να αποφασίσουμε να κοιτάξουμε και χαμηλά για να τα δούμε, με το κεφάλι μόνο ευθεία πώς να τον βρούμε τον δρόμο;
Αν συνάντησες τον παππού σου μέσα από τον δικό μου, αν η επιθυμία σου έγινε πιο έντονη χαίρομαι τριπλά! Δεν είναι υπέροχο το γαιτανάκι των συναισθημάτων;
Σ' ευχαριστώ για τις κουβέντες σου, κάτι μου είχες πει κάποτε, τελικά έχεις δίκιο, μερικές φορές οι συναντήσεις είναι τόσο ουσιαστικές...
Τα φιλιά μου, να είσαι καλά!
Ειρήνη μου,
πόσο σε καταλαβαίνω, κι εμένα μου συμβαίνει. Στα μικρά και καθημερινά. Τον στερήθηκα μικρή. Με άσχημο τρόπο. Μέσα από μια σειρά συμπτώσεων που μόνο η πιο κακιά τύχη μπορεί να σκαρώσει. Για λίγες ώρες δεν πρόλαβα να του δώσω την τελευταία μου αγκαλιά. Ήμουν το "αυτοκολλητάκι" του, ήταν για μένα τα πάντα, μυθικό πρόσωπο στη σφαίρα της αντίληψής μου. Όταν πήρε την πρώτη του σύνταξη δυο μήνες πριν φύγει, γιατί έτσι ήταν, δεν είχε φροντίσει για αυτό, το πρώτο που έκανε ήταν να μου δώσει τα λιγοστά εκείνα χρήματά (σσυμβολικό ποσό σύνταξης θα το έλεγα εγώ) για να πάρω αθλητικά παπούτσια με καρφιά. Έκανα στίβο τότε και έπαιρνα μέρος σε αγώνες...
Μέσα σε τρεις μήνες τους έχασα και τους δυο, πόσο πολύ θα ήθελα, μια στιγμούλα, έτσι να ξαναρχόταν, να στριμώξω σε τούτη στιγμή όλα όσα θα ήθελα να του πω...
Εγώ να σου πω πόσα φιλιά σου στέλνω ή θα βαρεθείς να μετράς; Καλή εβδομάδα φιλενάδα, για ακόμη μια φορά συναντηθήκαμε.
Μάριε, φίλε μου,
ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ!!!!!!!
Αχτίδα μου,
παραβλέπω το σκαλοπάτι της τρίτης ηλικίας που αναφέρεις...είσαι η αχτίδα μου μες στο νιάτο και τη ζωντάνια..., είπαμε δεν έχεις ηλικία!
Με συγκινούν τα λόγια σου, και πιο πολύ αυτό που λες, ότι όλα τούτα τα κάνεις και τα αισθάνεσαι χωρίς να περιμένεις ανταπόδοση, μα υπάρχει μεγαλύτερος ναός αγάπης από το σπίτι του παππού και της γιαγιάς; Είσαι τυχερή που είσαι τόσο νέα "γιαγιά", τυχερά και τα εγγόνια σου, έχω δει με πόση λατρεία ζητούν την αγκαλιά σου...
Πολλά πολλά φιλιά, άντε να δούμε πότε θα τα πούμε ξανά εκτός δικτύου!
Σιδερά μου,
αυτό τον νερόμυλο, μη γελάσεις, θα σκάσω αν δεν τον δω, αν δεν μυρίσω τα ίχνη από τα φρέσκα φύλλα που γαργαλούν τα παράθυρά του και τις σταγόνες της φθινοπωρινής βροχής που διαβαίνουν γεφυράκια τα γυμνά κλαδιά τους και γράφουν στο τζάμι του μυστικές μελωδίες.
Και να σου πω; Ζηλεύω και λιγάκι που δεν έχω κι εγώ έναν τέτοιο μύλο...
Όσο βαθαίνω τις μνήμες μου, τόσο πιο ίσιος ο κορμός μου, άφοβος, αγέρωχος στους δυνατούς ανέμους.
Καλή εβδομάδα σιδερά μου,
πάντα με γαληνεύει το πέρασμά σου!
Τι υπέροχο το κείμενό σου Ομπρέλα μου, τι χάρισμα έχεις να μας ταξιδεύεις στα συναισθήματά σου, να βλέπεουμε απ'τα μάτια σου, να νιώθουμε με την καρδιά σου... Χαίρομαι που στάθηκα η αφορμη να γράψεις αυτή την υπέροχη ιστορία-εξιμολόγηση, τιμή μου να είμαι η έμπνευσή σου χαρισματική μου φιλενάδα! Σε γλυκοφιλώ!
Μαρία μου,
δεν ξέρω αν έχω το χάρισμα,
ξέρω όμως ότι μου αρέσουν τα ταξίδια...
Πράγματι, μου έδωσες την αφορμή καλή μου φιλενάδα, η δική σου ευαισθησία είναι πάντα παρούσα, και σ' ευχαριστώ.
Τιμή δική μου τα λόγια σου, ειδικά από σένα, και σ' ευχαριστώ.
Ανυπομονώ για το ταξίδι που μας ετοιμάζεις με το δεύτερο βιβλίο σου!
Τα φιλιά μου, περιμένω την έκπληξη που αναφέρεις!
Could do wіth some more ѕtuff on
this - any ideas regardіng anything I
could reаd or ωhat websіtes I might go to?
?
Lоok into mу web page ... payday fast cash loans
I feel aѕ thοugh I could read about this foг hourѕ on еnd,
it's riveting. I don't evеn need a bгew yet.
Feel free to viѕit my wеbsitе - small personal loans
Oh I see! I thought you meant thіs to be an optіonal crazу
аddіtiоn.
Alsο visіt my web sіtе autodeskmakedonija.com
I feеl аs though I've been on the wrong end of a stampeed after reading all this. It's not good гeading with
a hangоveг!
Also ѵіsit my web blog :: fast unsecured cash loans
Bіt of a failurе to сommunicate, nothing amiss with being respeсtful.
Μy pagе; fast loans uk
its sο blоody hot.
Visit my ωеb site: best payday loans uk
I'm sure I've seen a youtubе νideo put on here, with some eхtra ѕtuff covering this.
I can't find the link.
my page ... Ic-Wiki.Com
Definitely was not the sort of аrtiсle Ι was waiting fоr!
My homepage :: best deal on loans
Washing out and dryіng, it's about time for a relaxing evening reading the articles on here... might have to pop to the tip later with some rubbish though
Check out my web site - http://www.jesusclips.com/uprofile.php?UID=21835
I've been after a good article on this for a few days, and this has been a perfect help. I shall be getting this shared on facebook for def.
My webpage :: best deals on Loans
Ӏ love tо study thе mіnutiae of these things,
that's what makes this site really tick over. Things other people leave out.
Here is my blog post - best unsecured loans for bad credit
We aгe all a suсκer foг аn octoрus!
Ha hа ha...
Rеvieω my web sitе; http://behjam.ir
Δημοσίευση σχολίου